Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια εξέταση που πραγματοποιείται μετά τη 16η εβδομάδα κύησης. Δίνει πολύ ακριβή αποτελέσματα για ενδεχόμενες γενετικές ανωμαλίες, σύνδρομα και ασθένειες.
Συνήθως γίνεται σε εγκύους όπου υπάρχει κάποια ένδειξη από το υπερηχογράφημα, ενώ πρέπει να πραγματοποιείται σε όλες τις έγκυες με ηλικία άνω των 40 ετών. Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία της μητέρας τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα εμφάνισης γενετικών ανωμαλιών και συνδρόμων, όπως είναι το σύνδρομο Down.
Η αμνιοπαρακέντηση συνιστάται στις εξής περιπτώσεις:
• Υπάρχει προηγούμενο παιδί ή μέλος της οικογένειας με κάποια ανωμαλία
• Όταν υπάρχει ιστορικό με παιδί που έχει γεννηθεί με νευρολογικό πρόβλημα
• Η μητέρα είναι φορέας κάποιας ασθένειας που συνδέεται με το φύλο κ.α.
• Υπάρχει υποψία ανωμαλίας από το υπερηχογράφημα
Η διαδικασία της αμνιοπαρακέντησης περιλαμβάνει τα παρακάτω στάδια:
1. Αρχικά η έγκυος τίθεται σε ύπτια θέση πάνω στο εξεταστικό κρεβάτι.
2. Στη συνέχεια μέσω υπέρηχου εντοπίζεται η θέση του εμβρύου και καθορίζεται το σημείο της κοιλιάς όπου θα εισαχθεί η βελόνα μέσα στην ενδομητρική κοιλότητα.
3. Ακολουθεί επιμελής καθαρισμός της επιλεγμένης περιοχής της κοιλιάς και στη συνέχεια αποστείρωσή της.
4. Με τη χρήση λεπτής βελόνας εισάγεται κάτω από το δέρμα μικρή ποσότητα τοπικού αναισθητικού.
5. Πάντα υπό υπερηχογραφική παρακολούθηση ο ιατρός εισάγει τη βελόνα μέσα στην ενδομητρική κοιλότητα.
6. Στο ελεύθερο άκρο της βελόνας εφαρμόζεται σύριγγα και αναρροφάται ποσότητα αμνιακού υγρού (περίπου 15 – 20 ml).
7. Το υγρό που έχει συλλεχθεί αποστέλλεται για εργαστηριακή εξέταση.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γυναικών, η αμνιοπαρακέντηση δεν προκαλεί πόνο. Ωστόσο, μπορεί να προκαλέσει μία μικρή δυσφορία (πίεση).
Οι περισσότερες γυναίκες αναφέρουν ένα αίσθημα πίεσης τη στιγμή που ο ιατρός εισάγει τη βελόνη στη μήτρα.
Δε χρησιμοποιείται τοπικό αναισθητικό, αφού η βελόνα της αμνιοπαρακέντησης είναι πιο λεπτή από αυτή του τοπικού αναισθητικού και η διαδικασία διαρκεί ένα λεπτό.
Ο βασικός κίνδυνος που ενέχει η διενέργεια της αμνιοπαρακέντησης είναι η πιθανότητα αποβολής. Τα ποσοστά αποβολής κυμαίνονται ανάλογα με τη στατιστική μεταξύ του 0,6% και του 0,9%. Εντούτοις, υπάρχουν και μελέτες όπου ο κίνδυνος αποβολής δείχνει να είναι πιο μικρός.
O κίνδυνος αποβολής όπως περιγράφεται από τη διεθνή βιβλιογραφία είναι της τάξης του 1 /1000. Περιγράφεται σε πολύ μικρό ποσοστό κίνδυνος μητρικής λοίμωξης (1 στα 1000) και για αυτό συνίσταται καταγραφή της μητρικής θερμοκρασίας για τα επόμενα δύο εικοσιτετράωρα. Σε περίπτωση εμπυρέτου συστήνεται κλινική εκτίμηση και πιθανή έναρξη αντιβιωτικής αγωγής.
Επιπλέον, ο κίνδυνος μεταφοράς λοίμωξης στο έμβρυο είναι μεν μικρός αλλά υπαρκτός. Για το λόγο αυτό, αν μια γυναίκα διαγνωσθεί με AIDS, Ηπατίτιδα B ή C, η απόφαση για αμνιοπαρακέντηση γίνεται με περίσκεψη.
Σε περίπτωση όπου η ομάδα αίματος της μητέρας είναι Resus αρνητικό θα συσταθεί να γίνει μια ένεση, η οποία αποτρέπει το ενδεχόμενο ευαισθητοποίησής της.
Τo πρώτo 24ωρo μετά την αμνιοπαρακέντηση είναι αναμενόμενο και φυσιολογικό η γυναίκα να νιώσει πόνους περιόδου ή ακόμα και πόνο στην κατώτερη κοιλιακή χώρα. Επίσης φυσιολογικό είναι κάποιες φορές να περιγράφεται σταγονοειδής κολπική αιμόρροϊα (μικρές σταγόνες αίματος από τον κόλπο).
Πολλές φορές βοηθάει η λήψη κάποιου απλού και ασφαλούς για την εγκυμοσύνη παυσίπονου δισκίου όπως είναι η παρακεταμόλη (Depon).
Μη φυσιολογικά συμπτώματα μετά την αμνιοπαρακέντηση είναι τα παρακάτω:
• Οξύ κοιλιακό άλγος
• Εμφάνιση πυρετού
• Κολπική αιμορραγία
• Εκβολή αμνιακού υγρού («σπάνε τα νερά»)
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ζητήσετε άμεση ιατρική συμβουλή.
Τα πρώτα αποτελέσματα για χρωμοσωμικές ανωμαλίες, όπως είναι το σύνδρομο Down, είναι συνήθως διαθέσιμα εντός δύο ή τριών ημερών (PCR).
Ο καρυότυπος του εμβρύου (καλλιέργεια) και περαιτέρω πληροφορίες για άλλες ανωμαλίες, σύνδρομα, νοσήματα ή λοιμώξεις είναι διαθέσιμα εντός δύο εβδομάδων από τη λήψη του αμνιακού υγρού.
Μόλις τα αποτελέσματα είναι διαθέσιμα ακολουθεί άμεση επικοινωνία και πλήρης ενημέρωση.
Προστασία Προσωπικών Δεδομένων | Όροι Χρήσης